Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



παντοπωλεῖον, το


Ερμηνεία:

 [εμπορικό κατάστημα στο οποίο πωλούνται κυρίως τρόφιμα, και άλλα καθημερινής χρήσεως μικροεμπορεύματα] 



Ετυμολογία:

[παν (το κάθε τι)+ πωλώ]

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

…εἰς τὸ γειτονικὸν παντοπωλεῖον…[Πάσχα Ρωμέϊκο]



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: